«Θυμάμαι που πολλές φορές περνούσες τη μέρα σου αντιγράφοντας κείμενα που σου χρησίμευαν ως άμφια. Το προτιμούσες αυτό γιατί στη αντιγραφή η προσωπική συμβολή πρακτικώς περιορίζεται στον μόχθο, η συναισθηματική πράξη ανήκει σε άλλον. Έτσι κρατιόσουν σε απόσταση από τα γραπτά σου.... Τέτοιες φράσεις είναι σαν αποδημητικά πουλιά, έλεγες. Ανάλογα με την εποχή μεταφέρονται. Είναι λόγια του αέρα, φράσεις- μετανάστες. Φράσεις που ψάχνουν την τύχη του άλλου, κάθε φορά».
ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ Σελ. 87

Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2008

Συνέντευξη στον Ταχυδρόμο της Άρτας

Συνέντευξη με την συγγραφέα Ελένη Γκίκα

Εφημερίδα «Ταχυδρόμος » Άρτα

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

1) Ποια ήταν η αφορμή για να γραφτεί το βιβλίο σας «Υγρός χρόνος »,εκδόσεις Άγκυρα


Η απώλεια ενός αγαπημένου ανθρώπου. Η απώλεια σε γεμίζει ρωγμές μέσα από τις οποίες ή ατενίζεις το φως ή γκρεμίζεσαι εντός τους και χάνεσαι. Κατόπιν βάρυνε μέσα μου και η κάποια εγγενής… θανατολαγνεία, ο έρωτας και ο θάνατος είναι οι δυο πόλοι επάνω στους οποίους βασανίστηκα, έζησα, στηρίχτηκα. Οι εγκιβωτισμένες κριτικές έχουν να κάνουν με το μέγα μου πάθος για τη λογοτεχνία. Επικοινωνώ μέσα απ’ αυτές όπως και οι ήρωές μου, θυμώνω, ταυτίζομαι. Γνωρίζω τον εαυτό μου και τους άλλους. Είναι τα δικά μου γυαλιά για να κοιτάξω τη σκοτεινή άβυσσο μέσα μου. Σ’ αυτήν εδώ την ζωή εξάλλου μόνο αυτό έχω μάθει: να παρακολουθώ και να διαβάζω.

2) Η ιστορία αρχίζει με την είδηση του πνιγμού ενός άντρα. Γύρω από αυτή την διευρεύνηση για να βρεθεί ο ένοχος εμπλέκονται πολλές γυναίκες. Είναι τυχαία αυτή η επιλογή όσον αφορά το πρόσωπο της γυναίκας;

Πολλές γυναίκες που, όμως, είναι ωσεί… μία. Σχεδόν αρχετυπικοί: εκείνος, εκείνη. Ο έρωτας κι ο θάνατος, αλλιώς πώς… Όχι, τίποτε δεν είναι τυχαίο! Ακόμα και τα ονόματα, ουδέποτε υπήρξαν τυχαία. Σε κανένα βιβλίο μου. Πόσο μάλλον στον «Υγρό Χρόνο».

3) Το βιβλίο σας «Υγρός χρόνος » έχει γρήγορη πλοκή και μυστήριο. Αυτά δεν είναι τεχνικές που κερδίζουν τον αναγνώστη;

Ας μη φανεί υπερφίαλο, δεν το έκανα για να κερδίσω τον αναγνώστη αλλά για να κερδίσω εμένα. Από δίψα ανάγνωσης γράφουμε, ήμουν κι εγώ περίεργη για το πού θα με πάει! Πάντως χαίρομαι που εντοπίζετε «γρήγορη πλοκή» και «μυστήριο». Είχα την εντύπωση ότι εκπροσωπώ πεζογραφικά την… πλήρη ακινησία! Ίσως επειδή είμαι αρκετά εγκεφαλικός άνθρωπος, η εξωτερική… πλοκή μου μοιάζει σχεδόν ανύπαρκτη, μαρμαρωμένη, σε σχέση με την…. εσωτερική μου. Το ίδιο φοβάμαι ότι κάνω και με τους ήρωες. Μου δίνετε μεγάλη χαρά με αυτή σας την παρατήρηση.

4) Μιλάτε για το φόβο, τις επιδιώξεις, για την επιθυμία και τις ενοχές. Αντίδοτο σε αυτά υπάρχει ο έρωτας. «Η αγάπη σώζει». Είναι όμως πάντα σωτήρια για τον άνθρωπο;

Εξαρτάται! Το πάθος, σκοτώνει! Αλλά σκοτώνει? Ή τελικά μας φέρνει αντιμέτωπους με τα όριά μας και μας βαθαίνει, εν τέλει μας σώζει? Μονάχα ο φόβος μας κάνει κακό. Και έρως και φόβος δεν γίνεται να συνυπάρξουν. Όπου είναι ο ένας, ο άλλος, απουσιάζει. Οι ενοχές, ε ας υπάρχουν, ούτε μας αθωώνουν, ούτε μας ακινητοποιούν. Βρίσκονται εκεί, χέρι χεράκι με την επιθυμία. Μας κάνουν να υπάρχουμε. Τρωτοί και τσαλακωμένοι αλλά ολοζώντανοι, τελικά. Άρα, σεσωσμένοι.

5)Το φινάλε του βιβλίου μοιάζει με κινούμενη άμμο. Βασικός σκοπός είναι να συναρμολογήσει ο αναγνώστης την ιστορία και να βρει τη λύση. Είναι αυτονόητες οι απαντήσεις ή χρειάζεται να προσέξεις καθώς διαβάζεις την ιστορία;

Ποτέ μου δεν πίστεψα στις αυτονόητες απαντήσεις, ούτε καν στην απολυτότητα της εφηβείας μου. Είχα πάντα τη σύνεση να το πω; την αντιδραστικότητα; να αμφισβητώ τους πάντες και προ πάντων εμένα. Ενδεχομένως επειδή εντός μου υπήρχε πάντοτε έντονη κινητικότητα. Κι ύστερα ένα βιβλίο, μια ιστορία, η ζωή, είναι ανοιχτή, είναι σχεδόν… φασισμός να της προσδίδουμε συγκεκριμένο φινάλε. Και σας το λέω εγώ που από παιδάκι διψάω τόσο για σταθερές: την μεγάλη αγάπη, τον δικό μου σκοπό ή προορισμό, την δική μου διαδρομή ως γνήσια «καθωσπρέπει ντεμοντέ κόρη». Αλλά όχι, παρ’ ότι θα τα ‘θελα, ναι, κάτι μέσα μου τρελαίνεται για «σιγουριές», ίσως και γι’ αυτό να γράφω, είμαστε καταδικασμένοι όπως είπε κι ο Ντοστογιέφσκι ν’ ακροβατούμε στο χάος.
Κι όσο για την συγκεκριμένη ιστορία, είτε προσέξεις είτε όχι, το δικό σου φινάλε θ’ αποδεχθείς. Με ό,τι έχουμε διαβάζουμε, άρα…

6) Οι αναγνώστες λέει ο Μπόρχες είναι « κύκνοι πιο μαύροι και πιο σπάνιοι κι απ τους καλούς συγγραφείς». Συμφωνείτε με την άποψή του;

Απολύτως! Παρότι γνωστή… μπορχική (μέγα πάθος) (τον έχω κατακλέψει), ειδικά όσον αφορά αυτή τη διαπίστωση- φράση του, συνυπογράφω! Τι λέω, Θεέ μου, αλλά ναι, είχα την σπάνια τύχη να αξιωθώ σ’ αυτήν εδώ τη ζωή να γνωρίσω κάποιους (ελάχιστους, μη φανταστείτε, στα δάχτυλα του ενός χεριού) «αναγνώστες- κύκνους». Ενώ συγγραφείς, πολλούς, πάρα πολλούς! Από «μαύρους κύκνους – αναγνώστες» πιστεύω ότι πάσχουμε, όχι από καλούς, κακούς ή μέτριους συγγραφείς. Και με τη ιδιότητα έστω ενός γκρι… κύκνου, θα επιθυμούσα επί της ουσίας κι εγώ να πορευτώ.

7) ΄Αν διαβάσει κανείς το βιογραφικό σας θα αντιληφθεί πως είσαστε εργασιομανής. Συγγραφέας και δημοσιογράφος. Πως τα προλαβαίνετε . Υπάρχει ελεύθερος χρόνος;

Ο χρόνος του Θεού, υπάρχει! Κοιτώ δύσπιστα, ξέρετε, όλους όσους επιμένουν ότι δεν έχουν χρόνο! Όσο για την «εργασιομανία» που θίγετε, να σας πω την αλήθεια μου, τεμπέλα θα έλεγα πως είμαι! Δεν αισθάνομαι να εργάστηκα ποτέ, έχω την σπάνια τύχη να ασχολούμαι νυχθημερόν με το πάθος μου, ήτοι: βιβλία. Σε κουράζει το πάθος ποτέ; Μπορεί κάποιος να το θεωρήσει ως «εργασία»; Και βεβαίως μου απομένει και χρόνος ατέλειωτος και για άλλο… πάθος!
Η Δημουλά είχε πει σε συνέντευξη όταν την είχαν ρωτήσει αντίστοιχα (τι είναι αυτά που λέω, Θεέ μου) ότι «δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσα χωρούν σε μια άδεια ζωή», κι εδώ συμφωνώ εν μέρει. Είχα πάντα τη σύνεση; την σπάνια τύχη; την ακαμψία στον χαρακτήρα μου; να μη χωρά στη ζωή μου τίποτε που δεν αγαπώ! Αλλά με πάθος, λέμε!

8) Γράφετε πολλά χρόνια κριτική βιβλίων. Ποια είναι η γνώμη σας για την ελληνική λογοτεχνία;

Κύριε Ιντζέμπελη, η καλύτερη, κι ας γκρινιάζουμε, κι ας καρφώνει ενίοτε ο ένας τον άλλον! Χαίρομαι να διαβάζω έλληνες συγγραφείς, υπάρχουν καινούργιες συγκλονιστικές φωνές, παρακολουθώ τις γοητευτικές εμμονές τους από βιβλίο σε βιβλίο, τους αγαπώ όπως είναι: με τα λάθη τους και τα πάθη τους και είναι αυτά που με γοητεύουν περισσότερο και με κάνουν να τους αισθάνομαι σαν παιδιά μου! Βέβαια, όλοι κινδυνεύουμε να πνιγούμε στις ευκολίες μας κάποιες φορές ή να σκορπιστούμε στην ταχύτητα ή στις επιταγές της εποχής μας, αλλά από δίψα αλήθειας ή από τον τρόμο του χάους γράφει κανείς, κι αν είναι ειλικρινής κάπου θα βγει, κάτι θα βρει, έτσι δεν είναι; Αυτό που ίσως ξεχνάμε όλοι μας είναι ότι με ταπεινότητα προσεγγίζεται το μεγάλο. Την ιστορία την ξεθάβεις, δεν την καθοδηγείς, αυτή σε ορίζει, σε πάει, σε βγάζει ή σε… θάβει.

9) Τι θα προτείνατε στους νέους που γράφουν;

Να διαβάσουν πρώτα. Να διαβάζουν συνέχεια, να διαβάσουν πολύ! Και να κοιτούν μέσα τους, την ιστορία τους και όχι τον άλλον! Αν δεν αγαπήσουμε εμείς την ιστορία μας, αν δεν διψάμε εμείς γι’ αυτή, δεν θα την αγαπήσει, δεν θα διψάσει γι’ αυτήν ποτέ κανείς! Για να σωθούμε γράφουμε, όχι να δοξαστούμε! «Για τους ελάχιστους φίλους μας και για να κάνουμε ευκολότερο το πέρασμα του χρόνου», όπως έγραψε ο Μπόρχες μιας και αναφερθήκαμε σ’ αυτόν.

10) Έχετε επισκεφτεί την Άρτα και τι γνωρίζετε για αυτή;

Δυστυχώς, ποτέ μου! Αλλά έχω φίλους καλούς και πιστούς αρτινούς κι έχει καταγραφεί μέσα μου σαν κάτι το υπερήφανα αληθινό και γενναίο. Σαν τόπος κρυστάλλινος, καθαρός. Τόπος που αν γνωρίσω σίγουρα όπως τους φίλους μου, θ’ αγαπάω.
Κύριε Ιντζέμπελη, σας ευχαριστώ πολύ για τις ενδιαφέρουσες ερωτήσεις σας. Με έκαναν να συνειδητοποιήσω πράγματα καταχωνιασμένα, ξεχασμένα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: