«Θυμάμαι που πολλές φορές περνούσες τη μέρα σου αντιγράφοντας κείμενα που σου χρησίμευαν ως άμφια. Το προτιμούσες αυτό γιατί στη αντιγραφή η προσωπική συμβολή πρακτικώς περιορίζεται στον μόχθο, η συναισθηματική πράξη ανήκει σε άλλον. Έτσι κρατιόσουν σε απόσταση από τα γραπτά σου.... Τέτοιες φράσεις είναι σαν αποδημητικά πουλιά, έλεγες. Ανάλογα με την εποχή μεταφέρονται. Είναι λόγια του αέρα, φράσεις- μετανάστες. Φράσεις που ψάχνουν την τύχη του άλλου, κάθε φορά».
ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ Σελ. 87

Παρασκευή 20 Ιουνίου 2008

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 21


«Όλα όσα θυμόμαστε απομακρύνουν ακόμα πιο πολύ το παρελθόν μας. Το μέλλον μας σχηματοποιείται τόσο μ’ αυτά που ξεχνάμε, όσο και μ’ αυτά που επιλέγουμε να ξεχάσουμε».Σελ. 95

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 20




«Πόσο ωραία είναι η κραυγή σου, που μου χαρίζει την σιωπή σου…» Με τον ίδιο ακριβώς σπασμό, η ίδια κραυγή.

Η δική του κραυγή.
Τελικά, αντ’ αυτής, εκείνος. Ο άντρας.
Σελ. 94

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 19



«Όποτε κοιτάζω λίγο πιο μέσα μου, η υψοφοβία μου υποτροπιάζει».
Το είχε επισημάνει εγκαίρως. Και τις απόφευγε αυτού του είδους τις κακοτοπιές. Τα κείμενα των άλλων αποτελούσαν γι’ αυτήν, ασφαλές έδαφος, πορτούλα μόνιμη στης ψυχής της τον παράδεισο. Γέφυρα γερή κι ασφαλή στο συλλογικό ασυνείδητο. Με το δικό της, καλά κλειδαμπαρωμένο.
«Ο άνθρωπος, μέχρι να δει το δικό του όνειρο, για χρόνια πολλά βλέπει τα όνειρα των άλλων…»
Ε, λοιπόν, η Σαβίνα προτιμούσε τα όνειρα των άλλων.
Σελ. 93

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 18



Ποτέ οι υποθέσεις δεν τελείωναν μέσα μου. Όπως ποτέ δεν τελείωναν οι ιστορίες αυτοχειρίας. Μπορεί παρελθόν για όλο τον κόσμο να γίνονταν, αλλά ποιος ισχυρίζεται τελικά ότι το παρελθόν είναι χρόνος τετελεσμένος;
Επανερχόμουν σ’ αυτές. Σαν τον εγκληματία στον τόπο του εγκλήματος. Όπως επέστρεφα, τελικά, και στις παλιές αγάπες, στα αρχαία μου λάθη. Ποτέ δεν επουλώνονται της ψυχής τα τραύματα. Και ποτέ δεν γεμίζει το πηγάδι των εμμονών. Οι υποθέσεις στα συρταράκια της μνήμης μου, μπαινόβγαιναν. Και μου κατέτρωγαν τα σωθικά. Όπως τώρα.
Σελ. 92

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 17


«Ένας καλλιτέχνης περνάει όλη του τη ζωή προσπαθώντας να πείσει τους άλλους ότι κάθε φορά κάνει κάτι εντελώς διαφορετικό, ώσπου να συνειδητοποιήσει στο τέλος της ζωής του ότι λίγο πολύ έχει κάνει την ίδια ταινία, το ίδιο βιβλίο ή την ίδια μουσική, επαναλαμβάνοντας απλώς κάθε φορά τις εμμονές του, τοποθετημένες ίσως σε διαφορετικό περίγραμμα. Η λογοτεχνία αποτελείται τελικά από έμμονες ιδέες, όπως η θάλασσα από αλμυρό νερό».
Σελ. 90

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 16



Αναρωτιέμαι καμιά φορά αν συνεχίζεις να γράφεις, να «αντιγράφεις» ίσως θα έπρεπε να πω.
Ναι, τώρα πια καθόλου δεν αμφιβάλλω πως συνεχίζεις. Τα κείμενα- άμφια. Τις φράσεις- μετανάστες, κι εσύ, όπως κι εγώ.
Γι’ αυτό και οι «Υγρές σελίδες» υπογράφονται ακόμα από τον Ζακ Πρεβέρ- άκου Πρεβέρ! Μα πώς σου ήρθε, κάτι θυμάμαι, πάντα σου άρεσε ο Πρεβέρ. Γι’ αυτό και τα δικά μου αστυνομικά ρεπορτάζ μεταφέρουν άρωμα από Βιρτζίνια Γουλφ. Σύλβια Πλαθ, Πατρίτσια Χάισμιθ και Ντίκινσον. Αλλά τι σχέση μπορεί να έχει ένας ληστής με τον Ορλάντο; Μια βιασμένη γυναίκα με την κυρία Νταλογουαίη; Και το σημειωματάριο ενός αυτόχειρα με το «Τραγούδι του δεσμοφύλακα»;
«Αυτός ο έρωτας
Τόσο βίαιος
Τόσο εύθραυστος
Τόσο τρυφερός
Τόσο απελπισμένος
Αυτός ο έρωτας
Όμορφος σαν τη μέρα
Κι απαίσιος σαν τον καιρό
Όταν ο καιρός είναι απαίσιος
Αυτός ο έρωτας τόσο αληθινός
Αυτός ο έρωτας τόσο όμορφος
Τόσο ευτυχισμένος
Τόσο χαρούμενος
Και τόσο μηδαμινός».

Έτσι θ’ αρχίσω το ρεπορτάζ:
«Αυτός ο άντρας
τόσο βίαιος
τόσο τρυφερός
τόσο απελπισμένος…»
Αυτός ο εύθραυστος, αυτοκαταστροφικός, τυχερός, άτυχος άντρας…
Για να τιμήσω τον Πρεβέρ.
Για να τιμήσω αυτόν τον άντρα.
Σελ. 88-89

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 15


«Θυμάμαι που πολλές φορές περνούσες τη μέρα σου αντιγράφοντας κείμενα που σου χρησίμευαν ως άμφια. Το προτιμούσες αυτό γιατί στη αντιγραφή η προσωπική συμβολή πρακτικώς περιορίζεται στον μόχθο, η συναισθηματική πράξη ανήκει σε άλλον. Έτσι κρατιόσουν σε απόσταση από τα γραπτά σου. Οι αποκομμένες φράσεις των κειμένων είχαν μια ελαφρότητα που έδινε τη δυνατότητα στον αέρα να τις παρασύρει, να τις μεταφέρει σε άγονες περιοχές που γίνονταν γόνιμες. Τέτοιες φράσεις είναι σαν αποδημητικά πουλιά, έλεγες. Ανάλογα με την εποχή μεταφέρονται. Είναι λόγια του αέρα, φράσεις- μετανάστες. Φράσεις που ψάχνουν την τύχη του άλλου, κάθε φορά».
Σελ. 87

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 14



«Γράφω μπορεί και να σημαίνει «αμφισβητώ τη λήθη», «θέλω ν’ ακούτε τη φωνή μου», «επιδιώκω ν’ αφήσω το αποτύπωμά μου», «δίνω μορφή στο χάος», «αντιδικώ με την πραγματικότητα», «προσπαθώ να κατανοήσω όσα ζω», το σίγουρο είναι πως έχει νόημα όταν μας μαθαίνει πώς να είμαστε ο εαυτός μας. Όσες φορές μας βοηθά ή μας δίνει έστω την αφορμή να κοιτάξουμε σ’ εκείνο το κομμάτι της ζωής μας που είναι ορατό μονάχα από μας τους ίδιους. Το ίδιο το κείμενο μετά αποτελεί το δικό μας μπουκάλι στον ωκεανό.
Η χρήση ή μη ψευδωνύμου είναι τελικά συνάρτηση του γιατί γράφει κανείς».
Κι από κάτω η υπογραφή
Ζακ Πρεβέρ.
Σελ. 84

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 13



Δεν είναι ο ίδιος ο γρίφος για τον καθένα. Κι ούτε κάνει για όλους, το ίδιο κλειδί. Και σίγουρα, τίποτε δεν υπάρχει απομονωμένο: όλα είναι στοιχεία μιας δομής. Κάθε δομή δε, είναι με τη σειρά της στοιχείο κάποιας άλλης δομής. Ό,τι υπάρχει είναι δομή, αλλ’ έχει ο καθένας έναν ολότελα δικό του τρόπο διαχείρισης του χάους. Ετσι κι εγώ γράφοντας, κρατιέμαι απ’ τη δική μου ιστορία σα να είναι χειρολαβή. Για να μη γκρεμοτσακιστούν διηγούνται οι άνθρωποι ιστορίες από καταβολής κόσμου, δίνοντας έτσι σχήμα, μορφή στο χάος της ανθρώπινης εμπειρίας. Διότι η γνώση ή η ανάμνηση ενίοτε, είναι τραυματική. Τι λέω, μονάχα τραυματική είναι η γνώση και η ανάμνηση. Έτσι όταν κάποιος γράφει ποτέ απολύτως δεν ξέρει εάν το κάνει για να ξεχάσει ή για να θυμηθεί.
Για να τ’ αντέξω, ακολουθώ την τεχνική του Περέκ, του Πεντζίκη ή του κρυπτόμενου απόντος, ήτοι αυτή των κεντρώνων, των δανεισμένων περικοπών. Αναζητώντας στα τραύματα και της δικής μου ζωής τα όμοια, για να τα νοιώσω σαν γάζα, υπαρξιακά θεραπευτική: Σε τούτη εδώ τη ζωή, δεν είμαι ο μόνος.
Οι κέντρωνες είναι ιμάτια που είχαν συρραφεί από πολλά τεμάχια. Από κέντρωνες κατασκεύαζαν ρούχα για δούλους, παπλώματα και σεντόνια, πανιά τοποθετούμενα κάτω από τα σαμάρια των υποζυγίων, καλύμματα πολεμικών μηχανημάτων για προφύλαξη από τα εχθρικά βλήματα, καλύμματα για το κεφάλι των πολεμιστών τοποθετούμενα κάτω από το κράνος για προστασία από τη διαρκή τριβή με το μέταλλο.
Από κέντρωνες βασάνων, λοιπόν, έχει κτιστεί μια ζωή. Κι από τους πιο επώδυνους κέντρωνες, η δική μου ζωή.
Αλλ’ ο καθένας ξέρει ν’ απαντήσει εύκολα σ’ ένα αίνιγμα, μόνο σ’ ένα γρίφο. Και το καινούργιο κρύβεται μονάχα στον τρόπο γραφής ή ανάγνωσης της ζωής.
Κι ό,τι ανακαλύπτουμε εμείς υπήρχε, αλλά δεν το γνωρίζαμε.
Κατά συνέπεια σημασία έχει το πώς θα τα πει κανείς, το πώς θα τα γράψει. Το πώς θα «ξαναδιαβάσει» αυτή την γεμάτη από κέντρωνες και συρραφές κληρονομημένων βασάνων ζωή.
Αλλά ο καθένας μονάχα σε ένα αίνιγμα γνωρίζει να απαντήσει. Τον ίδιο γρίφο πασχίζει να λύσει για μια ολόκληρη ζωή.
Κι εσένα, Σαβίνα, με κέντρωνες ήρθα να σ’ αγαπήσω. Αλλιώς δεν άντεχα’ παρά με κείμενα και με λόγια δανεικά. Δεμένος πισθάγκωνα μαζί σου για πάντα στο ίδιο αίνιγμα ζωής, στον ίδιο γρίφο, που δεν απάντησε από μας τους δυο, κανείς.
Σελ. 72-74

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 12


«Γιατί γράφει κανείς; Για να μη χάσει τον εαυτό του από τα μάτια του; Για να τον χάσουν απ’ τα μάτια τους αυτοί που δεν θέλει να χάσει απ’ τα μάτια του; Για να μη ξεχνά, μια και τα δια της γραφής περιγραφόμενα αποτυπώνονται ανεξίτηλα στη μνήμη του συγγραφέα;»
Σελ.70

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 11



Ο γιατρός δεν ήτανε «των εξηγήσεων». «Θα πάρεις αυτό κι αυτό» και «μη φοβάσαι». Εκείνος ήξερε. Σε καθησύχαζε και το ‘παιρνε όλο επάνω του. Και τώρα, να… Μια πόρτα κλειστή κι ένα αγγελτήριο κηδείας. Ψέματα λέω. Κι αυτή, η συνταγή τριμήνου.
Σελ.63

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 10



«Αν δεν υπήρχε η απόσταση στον ενικό θα μας μιλούσε η νοσταλγία».
Κι αυτή συνηθισμένη δεν είναι καθόλου σε τέτοιες καταστάσεις.Σελ.37

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 9





Με ανακούφιση περίμενε να περάσουν οι γιορτές, χρονιάρα μέρα. Ν’ ανοίξουν, επιτέλους, τα σχολειά, να πάει ο κάθε κατεργάρης πια στον πάγκο του. Έτσι θυμάται πάντα τις διακοπές σαν μια αδιάκοπη γραμμή μελαγχολίας. Μια ατέλειωτη μέρα λυπημένη στον άπειρο τον χρόνο του Θεού. Διότι η φιλόλογος Πετρούλα Πιέτρη έχει πλαστεί μόνο για το καθήκον. Να νουθετεί και να διδάσκει παιδιά θέλουν δεν θέλουν. Στα λιγοστά της διαλείμματα να ποτίζει και να λιπαίνει λουλούδια που πάντοτε διψούν και θέλουν.
Όμως, τον φετινό χειμώνα, δεν της πέτυχε ο κήπος. Παρ’ όλες τις βροχές, παρ’ όλη την φροντίδα. Όπως και μια ολόκληρη ζωή δεν της πέτυχε η ζωή. Αλήθεια, γιατί χτυπούν, σαν να ‘ναι μεγάλη Παρασκευή, σήμερα, οι καμπάνες; αναρωτιέται αλλ’ ούτε που το διανοείται να διακόψει καθόλου τη δουλειά της. Ταξινομεί τα χαρτιά αναλόγως με την χρονολογία. Πώς μπορεί ν’ αλλάζει ακόμα και σ’ αυτά χρώματα ο καιρός. Κιτρινίζουν τα λευκά, τα απαλά ροζ ξασπρίζουν, τα γαλάζια γίνονται αχνό σιέλ. Ακόμα και τ’ απλικαρισμένα λουλούδια μαραίνονται. Άκου να δεις! Τ’ απλικαρισμένα λουλούδια κι αυτά μαραμένα. Δεν υπάρχουν λουλούδια, όπως κι οι άνθρωποι, εξάλλου, που να μην είναι θνησιγενή. Σκέφτεται. Και της παίρνει τ’ αυτιά η καμπάνα. Ήχος θανάτου, ανατριχιάζει χωρίς να ξέρει αν είναι απ’ την καμπάνα ή απ’ αυτά τα ροζ- γαλάζια απλικαρισμένα, μαραμένα λουλούδια.
Σελ. 35-36

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 8


Έχει αντίλαλο το κακό στη σιωπή. Στην απόλυτη ησυχία το άσχημο μπορεί να γίνει χειρότερο. Δεν την αντέχεις την κακή είδηση όταν βιώνεις την απόλυτη σιωπή. Κατρακυλά με θόρυβο ο θάνατος στο πέτρινο σπίτι.
Σελ.31

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 7





«Κάνε κάτι να χάσω το τρένο».
Λες και δεν το ‘χασε.
Αλλά κι αυτή, το ‘χασε.
Όλοι το χάνουμε το τρένο. Κι όσοι νομίζουμε ακόμα πως δεν το χάσαμε.
Σελ.28

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 6



Πίνω και γράφω. Τη ζωή μου σα να την έζησε άλλος.
Κι όλο τον βρέχω τον χρόνο. Μήπως μπορέσω και έτσι βρεγμένο, τελικά, να τ’ αντέξω και να τον καταπιώ.
Αμάσητο. Σαν βρέφος που δεν απόκτησε καν την πρώτη του οδοντοστοιχία.
«Εγώ είμαι το μωρό σου», θυμάσαι; Σου είπα και μ’ άφησες. Και τώρα τα γράφω. Λες και δεν ήμουν, εν τέλει, εγώ. Αλλά ένας άλλος, ένας τρίτος. Ένας που κάποτε ήταν Αχιλλέας και μια Σαβίνα τον φώναζε «Άγγελέ μου» μιαν εποχή.

Κι όλο μπροστά του την έβρισκε αυτή την Σαβίνα.
Σελ.21

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 5



Αλλά εκείνο που, εν τέλει, μετρά είναι «τα φαινόμενα». Και ως συνήθως «τα φαινόμενα» είναι εκείνα που μια ζωή εξαπατούν. Εφόσον η αδυναμία μας είναι εκείνη που τόσο καλοδουλεμένα σμιλεύει την εικόνα μας.
Και σύμφωνα με τα φαινόμενα είναι ένας άνθρωπος που τον έχει καλά σμιλέψει η φωτιά στο αμόνι. Ένας άνθρωπος στέρεος και ρεαλιστής, ένας άντρας που ξέρει πολύ καλά το πού τελικά, πατά και στέκει. Ένας άντρας που δεν παραδέχεται ποτέ ότι βλέπει όνειρα. Ένας άνθρωπος όλος γη, Γη και φωτιά. Εκ των πραγμάτων. Ασχέτως αν κάποια δεδομένη στιγμή, ανεμοστρόβιλος φάνηκε πως πήρε τη ζωή του.
Εκείνος, όμως, παρέμεινε εκεί. Σκληρός κι αμετακίνητος. Καλοσιδερωμένος. Ατσαλάκωτος. Αλώβητος
Τις μέσα του ζάρες πέρασαν πάρα πολλά χρόνια για να μπορέσει κι ο ίδιος να τις δει.
Σελ.18-19


ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 4



Αυτή τη φορά, όμως, δεν σώθηκε.
Εκεί που ήμασταν σίγουροι, όχι, δεν σώθηκε. Αλλ’ έτσι δεν συμβαίνει πάντοτε στη ζωή; Εκεί που βαδίζουμε απόλυτοι και με βεβαιότητες, να ‘σου, πρωταγωνίστρια λαμπερή αυτή και σου τη φέρνει. Αλλάζει εντελώς την προσχεδιασμένη πλοκή, με μια τοσοδούλα «τυχαία» πράξη, ανατρεπτική και ασήμαντη, ικανή, όμως, Σα ντόμινο να συμπαρασύρει τα πάντα. Σαν τη χιονοστιβάδα, να σου αλλάζει το είναι σου και το έχει σου.
Διότι έτσι είναι, τελικά. Στις σιγουριές μας, κτυπά η ζωή.
Σελ.11

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 3


Του Σ.
που πνίγηκε από θλίψη…
Ε.

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 2



ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ

ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ

Μυθιστόρημα

ΑΓΚΥΡΑ

«Τελικά είν’ ένας άνθρωπος που πηγαίνει αδιάκοπα
στη θάλασσα. Που αδιάκοπα έρχεται απ’ τη θάλασσα.
Ένας άνθρωπος που ολοένα
σώζεται από πνιγμό».

«Το νερό» Μανώλης Πρατικάκης

ΥΓΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ 1

Η βιβλιοπαρουσίαση του ΥΓΡΟΥ ΧΡΟΝΟΥ αρχίζει από εδώ.